Μπρούσκο: Η Αναστασία σοκάρει: «Θέλω να πεθάνω!»

Ο θάνατος του μικρού Ανδρέα, του γιου της Αναστασία και του Ματθαίου, θα συνταράξει όλους, φίλους κι εχθρούς. Το πιο τραγικό όμως πρόσωπο είναι η μάνα. Η ζωή της Αναστασία σχεδόν σταματά στο άκουσμα του θανάτου του μονάκριβου παιδιού της. Η κατάληξή της θα είναι σοκαριστική!

Η Αναστασία με τον Ματθαίο βρίσκονται συνέχεια στο νοσοκομείο περιμένοντας ένα θαύμα. Ενα θαύμα όμως που έχει αποκλειστεί από τους γιατρούς ότι θα γίνει. Ετσι οι ώρες περνούν βασανιστικά για όλους, μα πιο πολύ για τους γονείς. Ο γιατρός τούς έχει αποκλείσει τα πάντα: «Το παιδί σας είναι εγκεφαλικά νεκρό, είναι θέμα ωρών να σταματήσει και η καρδιά του», τους λέει και τους τσακίζει κάθε ελπίδα. Ο Ματθαίος κρατάει το κεφάλι του, δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που ακούει, ενώ η Αναστασία φωνάζει «όχι, το παιδί μου ζει!». Ο γιατρός λίγο αργότερα τους ζητά να τους δει ιδιαιτέρως κι εκεί τους ανακοινώνει ότι αν θέλουν να δωρίσουν τα όργανα του παιδιού τους, πρέπει να το κάνουν άμεσα. Η Αναστασία δεν θέλει ν’ ακούσει τίποτα. Αυτή η απόφαση δεν είναι απλά δύσκολη, είναι η επιβεβαίωση για τη μάνα ότι όλα τέλειωσαν. Ο Ματθαίος αν και πονάει το ίδιο, ακόμα μπορεί να σκέφτεται όσο μπορεί λογικά, κάτι που η Αναστασία αδυνατεί να κάνει. Συνεχώς κλαίει ουρλιάζοντας «φεύγει το παιδί μου, φεύγει» και λιποθυμάει. Ο Ματθαίος προσπαθεί να κάνει κάτι για τη συνεφέρει και της λέει: «Το παιδί μας θα δώσει ζωή σε άλλα παιδιά». Ωστόσο, δεν είναι σε θέση να καταλάβει τίποτα και επιμένει: «Αν γίνει κάποιο θαύμα;». Οι ώρες περνάνε και ξαφνικά η Αναστασία σηκώνεται σαν να έχει χάσει τα λογικά της, προσπερνάει τους πάντες και μπαίνει στο γραφείο του γιατρού για να δώσει τη συγκατάθεσή της για τη δωρεά οργάνων. Στη συνέχεια, η γυναίκα σαν υπνωτισμένη, αμίλητη περνάει μπροστά σε όλους, βγαίνει από το νοσοκομείο και μπαίνει στο αυτοκίνητό της. Ο Ανδρέας και ο Σήφης τα χάνουν, αρχίζουν να φοβούνται ότι κάτι δεν πάει καλά και ο Ανδρέας παίρνει γρήγορα τη μηχανή για να την προλάβει. Η Αναστασία τρέχει με το αυτοκίνητο μέσα στους δρόμους μέχρι που φτάνει σε ένα γκρεμό. Ο Ανδρέας μόλις που την προλαβαίνει και βλέποντας ότι έχει χάσει τα λογικά της και είναι έτοιμη να σκοτωθεί, προσπαθεί να την πείσει να μην το κάνει. Η Αναστασία ούτε που τον ακούει πλέον. Το μυαλό της είναι στο παιδί της, η καρδιά της είναι παγωμένη και το βλέμμα της κοιτάζει στο κενό. Ο Ανδρέας την πλησιάζει και μόλις πάει να την πιάσει η Αναστασία γυρίζει και με το ένα πόδι βρίσκεται στο κενό, ενώ ο Ανδρέας έχει προλάβει να την πιάσει από το χέρι. Και οι δύο είναι στον αέρα πλέον. Ο θάνατος είναι πολύ κοντά για τη μάνα που σκέφτεται: «Θέλω να πεθάνω, θέλω να πάω κοντά στο γιο μου». Ωστόσο, με μια γρήγορη και αποφασιστική κίνηση ο Ανδρέας καταφέρνει να την ανεβάσει πάλι στο έδαφος.