Ο Σήφης σώζει τον Αχιλλέα από βέβαιο πνιγμό

Ο Αχιλλέας με τον Σήφη έχουν πέσει στη θάλασσα. Ο Αχιλλέας στο βυθό έχει χάσει τις αισθήσεις του, ενώ ο Σήφης μόλις βγάζει το κεφάλι του στην επιφάνεια. Κοιτάζει γύρω του αλλά δεν βλέπει τον Αχιλλέα. Παίρνει βαθιά ανάσα και ξαναβουτάει. Πάνω στο ύψωμα, η Χρυσάνθη βρίσκεται με πολύ κόσμο που κοιτάζει με αγωνία. Κάποιος, βλέποντας το κεφάλι του Σήφη να βγαίνει από το νερό, λέει: «Ο Γιαννακάκης ο Σήφης είναι αυτός;».Η Χρυσάνθη ταράζεται ακόμα πιο πολύ. Στο βυθό ο Σήφης κολυμπάει και ψάχνει τον Αχιλλέα, βγαίνει ξανά στην επιφάνεια, παίρνει ανάσα και ξαναβουτάει, ώσπου αντικρίζει τον Αχιλλέα αναίσθητο και κολυμπάει προς το μέρος του. Σε λίγα λεπτά ο Σήφης βγαίνει στην αμμουδιά κρατώντας ακόμα αναίσθητο τον Αχιλλέα. Εξαντλημένος από τις προσπάθειες και γεμάτος αγωνία προσπαθεί να τον επαναφέρει στη ζωή. Του σπρώχνει το κεφάλι προς τα πίσω, του κλείνει τη μύτη και του δίνει το φιλί της ζωής, φυσάει μέσα στο στόμα του. Αμέσως μετά του κάνει δυνατές μαλάξεις στο στήθος: «Ελα, ρε, έλα σε παρακαλώ», του φωνάζει με αγωνία και ο Αχιλλέας μετά από πολλές προσπάθειες, βγάζει νερό από το στόμα και συνέρχεται.