Η Μελίνα σε παράκρουση -Tο μακάβριο εύρημα στο κτήμα του Σήφη

Μετά το μακάβριο εύρημα στο κτήμα του Σήφη, η Μελίνα είναι πανικόβλητη και αποφασίζει να μην περάσει μόνη της αυτό τον εφιάλτη. Ετσι τηλεφωνεί αμέσως στον Αχιλλέα: «Αχιλλέα, πού είσαι; Εφυγα από τη γιορτή. Γιατί το έχεις κλειστό; Οταν ακούσεις το μήνυμα μου έλα ένα στενό πάνω από την εκκλησία, ξέρεις… εκεί που συναντιόμαστε παλιά, θα σε περιμένω!», του αφήνει μήνυμα.
Την ίδια στιγμή, ο Σήφης με τον Αχιλλέα κρατάνε τα χέρια τους το μενταγιόν που βρέθηκε δίπλα στο πτώμα και προσπαθούν να το κρύψουν για να μην μπλέξουν, ενώ ο Σήφης λέει στον Αχιλλέα: «Καταρχάς δεν ξέρουμε αν αυτό εδώ ανήκει σε άντρα ή σε γυναίκα! Αυτό… το κρατάω εγώ! Δεν το είδαμε ποτέ εδώ! Τσιμουδιά! Σε κανέναν! Τράβα να σιγουρευτείς πως η Μελίνα το φοράει στο λαιμό της!».
Στο μεταξύ, στο σπίτι του Πάτροκλου εκτυλίσσεται μια άλλη τραγωδία, καθώς βρίσκεται σε παράκρουση και έχει βάλει το κεφάλι της Χρυσάνθης στην μπανιέρα και την πνίγει ουρλιάζοντας: «Θα σε σκοτώσω αργά-αργά, σκύλα! Θες να με εγκαταλείψεις δεύτερη φορά για να σπιτωθείς με τον γκόμενο;». Η Χρυσάνθη χάνει τις αισθήσεις της, πνίγεται και ο γιος της είναι αποφασισμένος να τη σκοτώσει, αλλά την τελευταία στιγμή μπαίνει η Δήμητρα. Μόλις βλέπει αυτή την αποτρόπαια σκηνή αρχίζει να φωνάζει, αλλά ο Πάτροκλος δεν καταλαβαίνει και ουρλιάζοντας της λέει: «Με έδιωξε! Μου είπε πως με σιχαίνεται! Με εγκατέλειψε! Θα πεθάνει! Και εσύ θα πεθάνεις! Και εσύ, Δήμητρα! Κι εσύ μου είπες πως με σιχαίνεσαι! Κι εσύ! Θα πεθάνουμε μαζί! Ακούς;». Η Δήμητρα τρομάζει και αρπάζει ό,τι βρίσκει μπροστά της κι αρχίζει να τον χτυπάει με μανία.