Μπρούσκο: Άγριος καβγάς και ξύλο στη μέση του δρόμου

Μετά το θάνατο του μικρού Ανδρέα, η Αναστασία με τον Ματθαίο είναι και πάλι στα μαχαίρια και μάλιστα πολύ πιο άσχημα από το παρελθόν. Ο ένας ρίχνει τα βάρη στον άλλον και οι δύο ορκίζονται εκδίκηση.
Ο Ματθαίος επιστρέφει από το Λονδίνο με τον μικρό Δημήτρη, ο οποίος επιμένει να πάει στον τάφο του αδελφού του και έτσι πηγαίνουν μαζί στα Χανιά. Οπως είναι φυσικό, ο τόπος είναι μικρός, γίνεται η μοιραία συνάντηση με την Αναστασία. Οι δυο τους συναντιούνται τυχαία σε ένα πολυσύχναστο δρόμο στα Χανιά και κοιτάζονται με μίσος. Η Αναστασία σχεδόν του ορμάει: «Πώς τολμάς κι έρχεσαι στα Χανιά, βρε άθλιε; Πώς τολμάς και μ’ αντικρίζεις; Η συνείδησή σου πώς το επιτρέπει; Αλλά τι λέω… Ποια συνείδηση; Η ανύπαρκτη; Η ανηθικότητα προσωποποιημένη! Εχασα το γιο μου εξαιτίας σου», αρχίζει να φωνάζει μέσα στο δρόμο και ο Ματθαίος γίνεται ακόμα πιο έξαλλος και της επιτίθεται: «Κοίτα ποιος μιλάει… Αθλια και ελεεινή είσαι και φαίνεσαι!», της λέει και αμέσως η Αναστασία αμίλητη σηκώνει το χέρι της και του ρίχνει ένα δυνατό χαστούκι. Ο Ματθαίος αγριεμένος της πιάνει το χέρι ετοιμάζεται να τη χτυπήσει. Ο κόσμος έχει σταματήσει και κοιτάζει τον άγριο καβγά και το ξύλο που πέφτει μεταξύ τους.