Το «άρρωστο» αίσθημα της ζήλιας

Γράφει η Καρανίκκη Αγγέλα – Ψυχολόγος

Είναι πράγματι αμφίβολο αν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει νιώσει έστω και μία φορά στη ζωή του ζήλια. Παρ’ όλα αυτά, η ζήλια δεν είναι ένα αμιγές συναίσθημα, αλλά ένας συνδυασμός συναισθημάτων, που συμπεριλαμβάνει το φόβο, το θυμό και το άγχος. Παρότι η ζήλια μπορεί να καταστρέψει σχέσεις σημαντικές και να καταδυναστεύσει τη ζωή των ανθρώπων, στα μάτια μας δεν είναι καθόλου φυσιολογικός ο άνθρωπος που βιώνει έναν έρωτα αλλά δείχνει να μη ζηλεύει το αντικείμενο του πόθου του.

Ανάμεσα στη λογική και την τρέλα

Είναι κοινώς αποδεκτό ότι το αίσθημα της ζήλιας είναι πολύ οδυνηρό και μπορεί να γίνει η αφορμή ακόμα και για τα πιο βίαια εγκλήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και εκείνοι οι άνθρωποι που μπορούν και ελέγχουν τον εαυτό τους σε καταστάσεις έντονης ζήλιας, φαντασιώνονται ότι γίνονται βίαιοι. Μία γυναίκα, για παράδειγμα, που ο εν διαστάσει άνδρας της άρχισε να βγαίνει με την καλύτερή της φίλη, λέει χαρακτηριστικά: «Βλέπω ότι μπαίνω στο διαμέρισμά της με ένα σφυρί και καταστρέφω τα πάντα. Ακούω ακόμα και τα γυαλιά που σπάνε. Αυτές οι φαντασιώσεις με ηρεμούν, κι ας ξέρω ότι ποτέ δεν πρόκειται να γίνουν πράξη». Είναι αλήθεια ότι η ζήλια βρίσκεται κάπου ανάμεσα στη λογική και την «τρέλα». Ορισμένες αντιδράσεις ζήλιας θεωρούνται τόσο λογικές και αναμενόμενες, που αν κάποιος δεν τις εκφράσει, φαίνεται παράλογος. Από την άλλη μεριά, κάποιες αντιδράσεις είναι τόσο υπερβολικές, που φτάνουν στα όρια της παθολογίας. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι ο άνδρας που υποπτεύεται την αγαπημένη του γυναίκα και την παρακολουθεί συνέχεια, ακούει τα τηλεφωνήματά της και ψάχνει συνέχεια για τα «πειστήρια του εγκλήματος» παρά την προφανή αθωότητά της. Δεν είναι τυχαίο ότι πρόσφατη μεγάλη έρευνα μεταξύ διαφόρων οικογενειακών συμβούλων αναφέρει ότι το ένα στα τρία ζευγάρια που ζητούν θεραπεία αντιμετωπίζουν προβλήματα ζήλιας. Μιλώντας για τη ζήλια σαν πρόβλημα, είναι σημαντικό να κάνουμε το διαχωρισμό ανάμεσα στη «φυσιολογική» ζήλια και τη «φανταστική» ζήλια. H πρώτη πηγάζει από πραγματικά γεγονότα που απειλούν τη σχέση, ενώ η δεύτερη επιμένει και εντείνεται παρά την απουσία κάποιας πραγματικής απειλής.

H πηγή της ζήλιας

Όταν αναφερόμαστε  στο θέμα πώς αντιμετωπίζουμε τη ζήλια υποστηρίζουμε ότι «αυτό που κάνει δύο ανθρώπους να ερωτευθούν, είναι αυτό που θα καθορίσει και το χαρακτήρα της ζήλιας που θα νιώσουν ο ένας για τον άλλον…». Για παράδειγμα, μία γυναίκα που ερωτεύτηκε τον άνδρα της γιατί την έκανε να αισθανθεί ότι «βρήκε την οικογένειά της», την ασφάλεια που ποθούσε, εκφράζει το αίσθημα της ζήλιας προς τον ίδιο άνδρα, λέγοντας ότι νιώθει εγκαταλελειμμένη και μόνη. Αντίθετα, μία γυναίκα που ερωτεύτηκε τον άνδρα της γιατί γι’ αυτόν ήταν «το κέντρο του κόσμου», μετά από 20 χρόνια γάμου ένιωθε τη ζήλια του να την πνίγει. Φαίνεται ότι αυτό που ενώνει πολλές φορές τα ζευγάρια, γυρνά με το χρόνο να θυμίσει με τη μορφή της ζήλιας τούς λόγους για τους οποίους το ζευγάρι είναι μαζί. Τι είναι αυτό που κάνει κάποιον να βιώσει τη ζήλια έτσι όπως τη βιώνει; H απάντηση βρίσκεται σε αυτό που ονομάζουμε «ρομαντική εικόνα». Μετά από πολυετείς έρευνες, διαπιστώθηκε ότι τα μέλη των ζευγαριών ταιριάζουν σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς: μόρφωση, οικογενειακό περιβάλλον, κοινωνικότητα, εξωτερική εμφάνιση. Παρ’ όλα αυτά, πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα πουν ότι ερωτεύτηκαν το σύντροφό τους γιατί ταιριάζει το μορφωτικό τους επίπεδο. Υπάρχει κάτι άλλο, μία σπίθα που μας ωθεί να ερωτευτούμε κάποιον. Αυτή η συναισθηματική επιλογή είναι βασισμένη σε μία εσωτερική «ρομαντική εικόνα» που έχει ο καθένας από εμάς μέσα του. Αυτή η εικόνα σχηματίζεται από πολύ νωρίς στη ζωή (από την παιδική ηλικία). Τόσο οι γονείς, όσο και όλοι οι ενήλικες που συμμετέχουν στη διαμόρφωση της παιδικής προσωπικότητας επηρεάζουν τη δημιουργία αυτής της εικόνας με δύο τρόπους: με τον τρόπο που εκφράζουν ή δεν εκφράζουν την αγάπη τους προς το παιδί και ο ένας προς τον άλλον. Τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία των ανθρώπων που μας μεγαλώνουν αποτελούν στην ουσία την «πρώτη ύλη» για να χτίσουμε αυτό που λέγεται «ρομαντική εικόνα». Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι είναι οι προβληματικές σχέσεις με τους γονείς αυτές που επηρεάζουν περισσότερο. Αυτό συμβαίνει γιατί με το χρόνο αισθανόμαστε ότι έχουμε «αφήσει κάτι στη μέση», δηλαδή δεν έχουμε τις εσωτερικές συγκρούσεις που μας προκάλεσαν.

«Νιώθω ότι σε ξέρω χρόνια»

Ενήλικοι πια, όταν γνωρίζουμε κάποιον και τον ερωτευόμαστε, προβάλλουμε σε αυτόν την εσωτερική «ρομαντική εικόνα» που έχουμε χτίσει. Γι’ αυτό το λόγο, στην αρχή μιας σχέσης λέμε συχνά «Νιώθω ότι σε ξέρω χρόνια», ενώ όταν συμβαίνει κάτι και χωρίζουμε, λέμε «Νιώθω σαν να μη σε ξέρω καθόλου». Είναι, επίσης, κοινώς αποδεκτό ότι ο άνθρωπος αυτός που ταιριάζει περισσότερο στη «ρομαντική εικόνα» μας είναι και ο καταλληλότερος να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε τα όποια παιδικά μας τραύματα. Για παράδειγμα, θα περιμέναμε μία γυναίκα που μεγάλωσε με έναν πατέρα που δεν ήταν πιστός, να ψάχνει να βρει κάποιον που σίγουρα θα της είναι πιστός. Το παράδοξο είναι ότι συνήθως συμβαίνει το αντίθετο. Αυτές οι γυναίκες ερωτεύονται κάποιον «πλέι μπόι» σαν τον πατέρα τους, αλλά ζητάνε από αυτόν να τους προσφέρει την πίστη και την ασφάλεια που ποτέ δεν πήραν από τον πατέρα τους σαν παιδιά. Σε μία άλλη περίπτωση, ο άνδρας που βίωσε την απιστία της μητέρας του, μπορεί να ερωτευθεί μία γυναίκα που θα του είναι απόλυτα πιστή. Για να επεξεργαστεί όμως, έστω και υποσυνείδητα, το τραύμα του, θα αρχίσει να υποπτεύεται τη γυναίκα του. Αν επικρατήσει η λογική και όχι η ζήλια, και αν δεν βρει καμία απόδειξη απιστίας, σιγά-σιγά η πληγή θα κλείσει, γιατί, αντίθετα με τον πατέρα του, αυτός είναι ότι πιο σημαντικό για τη γυναίκα του. Όλοι μας, λίγο έως πολύ, έχουμε κάποια παιδικά τραύματα, τα οποία βιώνουμε στο παρόν ως ανασφάλειες και φόβους. Όταν ερωτευόμαστε, αυτοί οι φόβοι εξαφανίζονται και στη θέση τους μπαίνει το αίσθημα της ασφάλειας και της υψηλής αυτοεκτίμησης. Όταν όμως αυτός ο έρωτας απειλείται, οι φόβοι επανέρχονται και η αίσθηση ότι δεν είμαστε αρκετά καλοί για να μας αγαπήσουν γίνεται ακόμα πιο δυνατή. Όσο πιο δυνατός ήταν ο έρωτας στην αρχή, τόσο πιο οδυνηρό είναι το συναίσθημα της απειλής της απώλειας.

Αντιμετωπίζοντας τη ζήλια στον έρωτα

H ζήλια δεν είναι όμως τόσο τραγικό συναίσθημα αν μπορούμε να το ελέγξουμε. Όσο σκεφτόμαστε γιατί αισθανόμαστε ζήλια, τόσο ανακαλύπτουμε τους φόβους και τις ανασφάλειές μας. Αυτό είναι μία πολύ δυσάρεστη διαδικασία, που πολλοί προσπαθούν να αποφύγουν. Παρ’ όλα αυτά, η βαθιά κατανόηση της ζήλιας μπορεί να βοηθήσει τόσο αυτόν που ζηλεύει, να αντιμετωπίσει κάποιες δικές του ανασφάλειες, όσο και την ίδια τη σχέση, ανανεώνοντάς την και δημιουργώντας πιο ισχυρούς δεσμούς. Μπορεί λοιπόν να ξεπεραστεί η ζήλια; H απάντηση είναι ναι, αλλά με πολλή προσπάθεια και σωστή προσέγγιση από κάποιο ειδικό. Προϋποθέτει έναν όσο το δυνατόν πιο εμπεριστατωμένο εσωτερικό διάλογο. Σε μία κρίση ζήλιας, λοιπόν, το πρώτο πράγμα που πρέπει να ρωτήσουμε τον εαυτό μας είναι τι βρίσκεται πίσω από τη ζήλια. Είναι ο φόβος της απώλειας; Είναι ο φόβος του εξευτελισμού; Είναι κάτι άλλο; Τι είναι αυτό που μας κάνει να πονάμε τόσο πολύ; Είναι ο φόβος ότι ο σύντροφός μας περνάει καλά χωρίς εμάς; Είναι η αίσθηση του εξευτελισμού γιατί όλοι είδαν ότι ο σύντροφός μας ασχολείται πιο πολύ με κάποιον άλλον παρά με εμάς; Όταν δεν ορίζεται ένα πλαίσιο συναισθημάτων, οι περισσότεροι από εμάς καταλήγουν από μία, έστω και άσχετη, αφορμή, στην οδυνηρή αίσθηση της απώλειας. Αφήνουν δηλαδή τον εαυτό τους να παρασυρθεί ανεξέλεγκτα από το συναίσθημα της ζήλιας. Μόλις έχουμε καθορίσει το γιατί αισθανόμαστε ζήλια, μπορούμε να ασχοληθούμε με τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις μας. Είναι η συμπεριφορά μας αποτέλεσμα κάποιας προσωπικής μας ευαισθησίας ή είναι αποτέλεσμα κάποιας πραγματικής απειλής; Μόνο όταν προσεγγίσουμε τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, μπορούμε να ξεπεράσουμε την οδύνη της ζήλιας. Για να ξεπεραστεί το πρόβλημα της ζήλιας σε ένα ζευγάρι, πρέπει και οι δύο σύντροφοι να έχουν τουλάχιστον τη διάθεση να προσπαθήσουν. Αν δεν υπάρχει αυτή η διάθεση, τότε η σχέση έχει κάποιο άλλο πρόβλημα. Αν όμως η διάθεση υπάρχει, τότε το αποτέλεσμα της προσπάθειας θα είναι αναζωογονητικό, τόσο για τη σχέση, όσο και για τους δύο συντρόφους ξεχωριστά.

H θετική πλευρά της ζήλιας

Το συναίσθημα της ζήλιας έχει και τη θετική του πλευρά. Όταν μπορούμε να δούμε τις πηγές τις ζήλιας, τότε μπορούμε να μάθουμε πολλά, τόσο για τον εαυτό μας, όσο και για το σύντροφο και τη σχέση μας. H ζήλια, όπως όλα τα δύσκολα συναισθήματα, προσφέρει μία εμπειρία που μπορεί να συμβάλει στην προσωπική ωριμότητα και την αυτογνωσία.